Για το νέο album των Στίχοιμα, "Θάλασσα"




Από Γιάννης Περπερίδης


Κάθε καινούργιο τραγούδι των Στίχοιμα αποτελεί ευκαιρία για μία ακόμα κοινωνική κριτική. Οι Στίχοιμα, περισσότερο από όλους τους άλλους (και ευτυχώς για εμάς, είναι πολλοί) προσφέρουν, διαμέσου των κομματιών τους, τη βάση πάνω στην οποία μπορούν να αναπτυχθούν δοκιμές κοινωνικού αναστοχασμού. Μονάχα ευτυχείς μπορούμε να είμαστε που υπάρχουν καλλιτέχνες οι οποίοι αγνοώντας το κυρίαρχο ελληνικό κοινωνικό φαντασιακό των τραγουδιών που ψευτοπροσεγγίζουν την ψευτοαγάπη, τον ψευτονταλκά, τον ψευτοχωρισμό και οποιοδήποτε άλλο έντονο ψυχικό φαινόμενο με τον γνωστό τους φαινομενικό, επιφανειακό τρόπο  μονάχα ευτυχείς πρέπει να αισθανόμαστε που ακούγοντας όμορφους ρυθμούς  και μία καλοσχηματισμένη φωνή, μαζί με ωραίες εισαγωγές και πανέμορφα κλεισίματα, παράλληλα, μπορούμε να αφουγκραζόμαστε την εποχή μας, σε παγκόσμιο επίπεδο, το «πού οδεύουμε» και το «που είμαστε». Το προηγούμενο άλμπουμ των Στίχοιμα, «Μηχανές» αποτελούσε μέχρι και πριν λίγες μέρες, μία από τις πιο οξυδερκείς και εύστοχες διαγνώσεις της κοινωνίας μας. Έπειτα κάποια τραγούδια τους που στέκουν μόνα τους, αποτέλεσαν τη βάση για επίσης κοινωνικές θεωρήσεις (βλ. https://kaboomzine.gr/gia-mia-kritiki-theoria-tis-hip-hop-mousikis). Ας δούμε, λοιπόν, σε τι σκέψεις μπορεί να μας οδηγήσει αυτό το άλμπουμ με τις μελοποιημένες κοινωνικές διαγνώσεις. Να υπογραμμίσω μονάχα πως, η θεωρητική βάση πάνω στην οποία πραγματοποιώ τις αναλύσεις αυτές αναπτύχθηκε στο προηγούμενο άρθρο. Επίσης, το παρόν άρθρο δεν θα ακολουθήσει την σειρά των κομματιών όπως εμφανίζονται στο άλμπουμ, αλλά θα πλάσει ένα δίχτυ αναδεικνύοντας κοινωνικά χαρακτηριστικά διαμέσου των κομματιών.
Οι Στίχοιμα, η Ελεύθερη Τέχνη ανελεύθερων λαών που βάζει όνειρα και στόχους στα μυαλά των παιδιών, αποτελεί ακριβώς εκείνη την τέχνη η οποία αναπτύσσεται σε εκείνους που δουλεύουν σκυφτοί. Δεν είναι όμως μονάχα μία νησίδα εξόδου και ονειροπόλησης, αλλά είναι ελπίδα. Ελπίδα πώς; Πώς γίνεται η Τέχνη να είναι ελεύθερη όταν αναδύεται από τα σπλάχνα ανελεύθερων; Διαμέσου της κριτικής στην καθεστηκυία τάξη. Η τέχνη αυτή, το hip hop των Στίχοιμα, φέρει μέσα της, καθώς αναβλύζει από αυτά, τα στοιχεία που αναιρούν το status quo από το οποίο γεννήθηκε. Αυτή η ελευθερία της (πάντοτε) κοινωνικά παραγόμενης τέχνης αποτελεί υπόσχεση ευτυχίας. Οι ανελεύθεροι βρίσκουν ελευθερία όχι ξεφεύγοντας διαμέσου της μουσικής, αλλά διαμέσου της ανάδειξης από αυτή την ίδια, αφενός, του κόσμου όπως αυτός βιώνεται σήμερα (αδικίες, ανησυχίες, παρακμή), αφετέρου, του κόσμου όπως θα ήταν λίγο καλύτερος. Όχι με την ανάδειξη κάποιας ουτοπίας, αλλά με την κατάδειξη των αρνητικών αφήνεται να αναδυθεί εκείνη η στιγμή κατά την οποία θα μπορούσαν αυτά να έχουν αρθεί.
Μία μορφή αυτής της κατηγορίας στο τώρα επέρχεται μέσα από την Κραυγή των 9 προς τους 11, από την προηγούμενη γενιά, προς την επόμενη. Μία κραυγή προσοχής και προσπάθειας αναστοχασμού. Αν αγνοήσουμε όλες εκείνες τις φωνές του μαύρου κουτιού που κοσμεί τα σαλόνια μας που ψάχνουν να βρουν ποιον να κατηγορήσουν για το οτιδήποτε και στραφούμε στην ίδια την κατάσταση, τότε μπορεί να ακούσουμε εκείνη την κραυγή που φωνάζει ότι Η χώρα πάει στον τρίτο κόσμο κι εσύ πας εκδρομή. Μπορεί και οι προηγούμενη να πήγαιναν εκδρομή, αλλά αν ξεκινήσουμε απλώς να κατηγορούμε, τότε θα βουλιάξουμε πιο γρήγορα. Κρίμα που όλοι κάνουν αυτό το τελευταίο. Τελικά αυτά τα μαύρα κουτιά σε ταΐζουν ό,τι πρέπει να δεις, σου λένε τι πρέπει να ακούσεις και πως πρέπει να ζεις. Μας ρουφάει η άβυσσος και λόγω της προσπάθειας απόδοσης ευθυνών σε πρόσωπα, (κάτι που χρειάζεται να γίνει αλλά όχι να αναλωθούμε σ’ αυτό), αδιαφορούμε για το ότι υπάρχουν κάποιοι που ανάβουν συνειδήσεις σαν ν’ ανάβουν κεριά.
Πώς όμως να μην μας ρουφίξει αυτή η άβυσσος της οθόνης, που οδηγεί στην ατροφία οποιασδήποτε φαντασίας όταν στρεφόμενοι προς το μέσα μας, ψάχνουμε εκείνους τους Κόκκους του βυθού μας, της ψυχής μας και το μόνο που βρίσκουμε έιναι σχολεία που κλείνουν απ’ έξω τη φαντασία; ένα σχολείο ένα βιβλίο και ένα θρανίο που σαν ηχείο μας μεταδίδει την αλήθεια ΤΟΥ; Νομίζουμε ότι διαφέρουμε από αυτούς που η θρησκεία και τα ήθη μεγαλούργησαν εντός τους κι αυτοί ανατινάζονται για τον θεό τους. Τους ονομάζουμε βάρβαρους από την ανατολή, αλλά είναι πραγματικά ποιοτική διαφορά ή διαφορά βαθμού με τον διαιτητή που σκότωσαν για ένα σφύριγμα; Έλλειψη φαντασίας σημαίνει απανθρωποίηση και αυτοματοποίηση. Το ίδιο αυτόματο που είναι ο τρομοκράτης που σκοτώνει για τη θρησκεία είναι και ο τραπεζίτης που σκοτώνει για το χρήμα, είναι και ο οπαδός που σκοτώνει για την ομάδα, είναι και ο θεωρούμενος ως οικογενειάρχης που σκοτώνει για την οικογένεια  η ατροφία αυτού που από κάποιους ονομάστηκε επαναστατική φαντασία (Σχολή της Φρανκφούρτης) μπορεί να οδηγήσει σε πολλά δεινά, τα οποία όχι μόνο τα βιώνουμε στην καθημερινότητά μας, αλλά, ευτυχώς, έχουμε και κομμάτια να μας τα θυμίζουν. Είναι στο χέρι σου να τα ακούσεις και να τα δεις.
Οι φερόμενες ως αξίες, για τις οποίες νομίζεις ότι σκοτώνεις, στο όνομα των οποίων νομίζεις ότι θάβεις τους νεκρούς σου, είναι ο Ορίζοντας του κόσμου σου. Ποιος είναι ο κόσμος αυτός στην Ελλάδα σήμερα; Σκοτώνεις και θάβεις κάτω από τις εκκλησίες σου και πάνω απ’ τους ναούς. Η θρησκεία και ο αρχαίος πολιτισμός των Ελλήνων. Κάπου εκεί ανάμεσα νομίζουν πως βρίσκονται οι σύγχρονοι νεοέλληνες που κυνηγιέται ο νους τους. Δίπλα από τα αετώματα του Παρθενώνα, τον Ρίτσο, τον Σολωμό, την ιστορία τους, τα αγάλματά τους, δίπλα από όλο αυτό το δίχτυ που μασούν  εκεί δίπλα περνούν τους φασιστοαιώνες. Που να ‘ξεραν ότι οι ίδιοι ζουν όσο μια λάμψη στον γοργοπόταμο, όχι τόσο αιώνια όσο νομίζουν  που να ‘ξεραν ότι ζουν απλώς ανάμεσα σε δυο πελάγη που πάντα ξέβραζαν πτώματα. Κάτω απ’ όλα αυτά όμως, υπάρχει τέχνη και επιστήμη του νου. Όποιος δει αυτά τα τελευταία πίσω από όλα τα παραπάνω, ίσως, να αναδείξει έναν διαφορετικό δρόμο προσέγγισης. 
Πού είναι όμως αυτός ο «όποιος»; Οι Στίχοιμα γράφουν κάτι και για εμάς, τους Σιωπηλούς  γι’ αυτούς που σχίζουν, για λίγο, τον αφρό και στον βυθό επιστρέφουνε  στην αφάνεια. Γι αυτούς που αδειάζουν την ψυχή γεμίζοντας τετράδια, γι’ αυτούς που σε κάποιον έρωτα πνίγηκαν και ξεβράστηκαν  γι’ αυτούς που πραγματικά ερωτεύονται. Ο μη αυτοματοποιημένος έρωτας, η αγάπη, να μη λησμονείται πως χρειάζεται φαντασία και ανθρώπινα συναισθήματα  αυτά που εκλείπουν από αυτούς που φωνάζουν επηρεασμένοι από τις οθόνες και το σήμερα  αυτά που λανθάνουν μέσα μας και χρειάζεται να καλλιεργηθούν για να αναδυθούν. Αυτά που σε κάνουν να χρειάζεσαι κάποιον στο Δίπλα μαξιλάρι και να μην μπορείς χωρίς αυτόν  να χρειάζεσαι  το κλειδί στην καρδιά της (του) και όχι στην τσέπη.
Γιατί στον κόσμο που δεν ξεχωρίζει ο αριθμός απ’ την ποιότητα, που όλα γίνονται σκόπιμα, σ’ αυτόν που κι εσύ είσαι άλλος ένας μέσα στην κομπίνα τους, χρειάζεται κάποιο όνειρο να ποντάρουμε πολλά  ένας άνθρωπος να του μιλάς και να σου μιλά. Η επικοινωνία που έχει χαθεί είναι ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία που εκλείπουν σήμερα. Η ανάπτυξη των τρόπων επικοινωνίας, ειρωνικά μείωσε την επικοινωνία. Εκείνη την επικοινωνία την ποιοτική, που πραγματικά ένιωθες τον άλλον. Στην εποχή των εκατομμυρίων εικόνων και βίντεο, είμαστε πιο μόνοι από ποτέ. Υπάρχει φίλος που δεν ψάχνει Κανείς. Γιατί, όλοι οι φίλοι σκορπισμένοι σε Ευρώπη κι Αμερική, κι εμείς μέσα σε πόλεις που μοιάζουν ψυχιατρική κλινική. Η παράνοια επικρατεί στους ρυθμούς των πόλεων και οι άνθρωποι κλείνονται ακόμη περισσότερο στο Εγώ τους, το οποίο είναι τόσο αδύναμο όπου για να ενδυναμωθεί, φαντασιακά, ξεσπά στα πάντα, κυνηγώντας αυτή την παντοδυναμία. Που να ‘ξερε, κι αυτό, ότι χωρίς τον άλλο είναι ένα τίποτα.  Χωρίς τους άλλους, απλώς, κολυμπά στα θολά  Νερά του Γάγγη.
Το hip hop των Στίχοιμα στέκει σαν Σημαία ενθύμισης ότι υπάρχουν κάποιοι τελευταίοι επιζώντες σε αυτό το σύστημα, δίπλα στ’ αδέρφια που χάνονται στη θάλασσα του Αιγαία. Επιζώντες ακόμη και σε εκείνο που ακούγεται απλό, αλλά η καθημερινότητα μάς δείχνει ότι τελικά δεν είναι και τόσο απλό. Κάτι τόσο απλό όσο εκείνο το κορίτσι με το σκύλο. Που τον πήρε από τον δρόμο και τον πήγε στο διαμέρισμα να μείνει. Έχει χαθεί η ευθύνη μαζί με το υποκείμενο. Η ευθύνη που έχει ο άνθρωπος απέναντι στη φύση και ο φίλος απέναντι στον φίλο. Γίνε αυτό το κορίτσι. Αγάπα το κορίτσι με το σκύλο. Εκείνη την φοιτήτρια. Γίνε Ερωτευμένος, με μάτια που δακρύζουν συχνά και όνειρα μες στην καρδιά στοιβαγμένα πυκνά. Γιατί για να ονειρευτεί κανείς χρειάζεται φαντασία και προβολές στο μέλλον. Χρειάζεται δημιουργία συνθηκών και φαντασιακή δημιουργία ενός αύριο, που μπορεί να μην έρθει, αλλά τουλάχιστον το φαντάστηκες, και πάλεψες γι’ αυτό. Κάντο, σε μία χώρα που είναι όλοι αστοί, που θα βυθιστεί και αυτοί θα αγναντεύουν στην κουπαστή.
Στην εποχή μας, η Ταχύτητα με τα οποία γίνονται όλα συμβάλει σημαντικά στην αυτοματοποίηση. Γρήγορα ερχόμαστε, γρήγορα αγαπιόμαστε, τα φώτα σβήνουν γρήγορα και γρήγορα ξεχνιόμαστε. Σα σφαίρα τρέχει ο χρόνος και χάνεις το χρόνο σου. Ο χρόνος περνάει γρηγορότερα απ’ ό,τι σε άλλες εποχές; Ή μήπως οι δραστηριότητες και οι ανθρώπινες κατασκευές (συμβολικές) έχουν κάνει τους ρυθμούς της ζωής (ιδιωτικής και δημόσιας) να τρέχουν; Και τι να κάνουμε θα πει κανείς: αγάπησέ με αργά, γιατί μπορεί να φύγω γρήγορα θα ακούσεις από τους Στίχοιμα. Και πράγματι, όσοι έχετε νιώσει κάτι να υπάρχει σήμερα, και μέσα σε μία στιγμή να γίνεται χθες και να υπάρχει μόνο στην ανάμνηση, αν έχετε νιώσει κάτι μεγαλειώδες, μία πραγματική αγάπη, η οποία είναι πλέον ερείπια, σαν την ακρόπολη που την επισκεπτόμαστε, σαν μουσείο, τότε έχετε νιώσει την ταχύτητα. Αγαπήστε με ποιότητα, αργά και σταθερά, γιατί ο κόσμος γυρνάει και μας γυρνάει σαν λάμψεις. Είναι αυτό ο άνθρωπος άραγε; Τελικά ο χρόνος, είναι μία αντικειμενική συνθήκη; τρία χρόνια αγάπης μοιάζουν λεπτά και ένας χρόνος απουσίας φαντάζει αιώνας. Αγαπήστε με ποιότητα.  Μαλάκα, όσα σου λέω αξίζουν πιο πολύ απ’ το χρήμα σου
Και όσο αναδεικνύεται η χαμένη ανθρωπινότητα, το συναίσθημα, η φαντασία και η ποιοτική ικανοποίηση (στοιχεία που στην ψυχανάλυση ενυπάρχουν στην καταπιεσμένη από την κοινωνία Αρχή της Ηδονής), βρίσκεται σε εξέλιξη ο πόλεμος μεταξύ Αετού και Αρκούδας. Η μεταφορική εικόνα των Στίχοιμα για να αναδείξουν την ιστορική στιγμή που βιώνουμε. Οι πόλοι σείονται και κοινωνίες διαλύονται. Λαοί μετακινούνται και η Γη γεμίζει πτώματα. Όσα σήμαιναν τα λόγια δεν σημαίνουνε. Οι φονιάδες δεν δικάζονται και υπάρχουν λαοί που φασίζουν αποφασίζοντας. Μία έξοχη διάγωνση της εποχής μας όπως βιώνεται μέσα από έναν αστερισμό στοιχείων της. Και βγαίνουνε γενιές που όλο ευνουχίζονται, που δύσκολα φαντάζονται και δύσκολα οραματίζονται. Άραγε τι άλλο χρειάζεται να ακούσει κανείς για να αντιληφθεί;
Τα κοινωνικά δεινά του ανθρώπου είναι η ασταμάτητη καταιγίδα που πέφτει πάνω στο καράβι. Φυλακίζει τους ναύτες και τους εμποδίζει να δουν το διάστημα. Η καταιγίδα αυτή στοιχειώνει όλα τα χρόνια μας και κάθε χρόνο πιο βαθιά.. Κι εσύ μιλάς για ένα παράδεισο επίγειο που θα φέρουν κάτι τύποι με business και με μαστίγιο. Η πίστη σε σωτήρα διαμέσου των στοιχείων της εποχής που μας έχει σκλαβώσει σε αυτό το «κάτι» που είμαστε, είναι πραγματική. Πολιτικοί, θρησκείες, χρήμα και όλα τα υπόλοιπα που υπόσχονται, είναι τα ίδια τα στοιχεία που μας δένουν στο άρρωστο κατάρτι. Δεν θα πρέπει να θεωρηθεί πως ο ΄κάθε άνθρωπος (και τελικά όλοι μαζί) είμαστε οι τα καημένα όντα που μας κάνουν ό,τι θέλουν τα παραπάνω στοιχεία. Το κοινωνικό φαντασιακό αναδημιουργείται από όλους μας, όμως οι παραπάνω θεσμοί, αποτελούν πυλώνες επιρροής, καθήλωσης. Η Γαλέρα μας, πλέει μονάχη, απέναντι σε όλα αυτά τα θεωρούμενα ως φυσικά στοιχεία που στο τραγούδι παρομοιάζονται με την καταιγίδα. Ανοίγουν οι ουρανοί; Από μόνοι τους σίγουρα όχι, ακριβώς διότι δεν πρόκειται για φυσικά φαινόμενα, αλλά κοινωνικά.
Αν δεν είσαι παιδί των πολλών, αν δεν κρύβεις τις γνώμες σου, αν δεν είσαι απλώς ένας μόνος του στο Βαγόνι, αν δίνεις παρόν στους δίπλα σου, αν δεν νιώθεις μόνος σου επειδή από παιδί παλεύεις με ό,τι πιο καλό συνάντησες, αν κυνηγάς να γεμίσεις και να δεις την θάλασσα, τότε μην σε νοιάζει που έχεις μείνει μόνος στο βαγόνι της ζωής. Αν έχεις σκεφτεί πολλές φορές να «φύγεις» στις γραμμές, μην ανησυχείς, κάτι μέσα σου πάντα θα δίνει αφορμές να μην το κάνεις, είναι το συναίσθημα της εποχής που νιώθει αυτός ο μονάχος στο βαγόνι. Αν είσαι αυτός, τότε η θάλασσα θα γεμίσει. Θα γεμίσει από εμάς και θα τους διαλύσει.
Τα νερά αυτής της θάλασσας είναι για λίγους, δεν πλέουν πολλοί.  Οι υπόλοιποι, είναι αυτοί που σταυρώνουν τους άλλους σαν Χριστό και οι ίδιοι μιλούν σα Χριστός. Στίχοι σαν αυτούς των Στίχοιμα, μυρίζουν θάνατο, γιατί παραβαίνουν το άβατο και κρατούν τον κώδικα απαράβατο. Είναι εκείνο που ξέρει κάθε ένας από εμάς αλλά δεν θέλει να το παραδεχθεί. Όποτε ακούμε κάτι στις ειδήσεις αλλάζουμε κανάλι. Ε, ακούστε το τώρα από αυτούς που μπορούν να τα γράψουν, για να μείνουν. Διότι αυτοί οι υπόλοιποι, σαν τους χαζούς πετροβολάνε τα πουλιά που πετάν, σαν τους τρελούς κατηγορούν τα παιδιά που γελάν. Αλλά, ό,τι και να κάνουν, υπό οποιαδήποτε μορφή και αν αναδυθούν, είτε πολιτική, είτε μαζική είτε ποσοτική, απανθρωποιητική, φασιστική, πάντοτε, θα είναι πιο δειλοί και από σφαίρες μέσα στο Bataclan. Η τρομοκρατία αυτού του είδους που συμβολοποιείται στο τραγούδι Aurora καταδικάζεται και από-δαιμονοποιείται ως δειλία. Οστόσω, σήμερα που στο όνομα θεών ο άνθρωπος σκοτώνει παιδιά, δεν πρέπει να θεωρηθεί πως αυτά «γίνονται μόνο από τρελούς, βάρβαρους ή τρομοκράτες» όπως συνηθίζεται να λέγεται. Μπορεί να μην έχουμε τρομοκράτες εδώ αλλά στη Μεσόγειο ακούμε ουρλιαχτά απ’ το νερό. Μην αγνοούμε ότι Απ’ τα φουγάρα του Dachau ξαναβγαίνει φωτιά.
Και τελικά, τι μπορεί να πέτυχαν οι Στίχοιμα με όλο αυτό; Θα αλλάξει ο κόσμος; Αυτή είναι η ίδια ερώτηση προς οποιονδήποτε μηδενιστικά έχει απορρίψει την οποιαδήποτε προσπάθεια πράξης, ακόμη και υπό μορφή γραφής, είτε επειδή δεν τον νοιάζει, είτε επειδή πιστεύει πως οποιαδήποτε βλέψη κι αν έχεις εσύ, μπορεί η πράξη να αποβεί στο ένα ή στο άλλο στρατόπεδο. Μία, κατ εμέ, αφελής στάση που δεν θα αναλυθεί εδώ περεταίρω. Κάθε γραφή ως πράξη αποτελεί ένα γράμμα.
Έτσι, άφησα ως τελευταίο κομμάτι το Γράμμα, διότι ολόκληρος ο δίσκος μου θυμίζει το ύφος των γραπτών της Σχολής της Φρανκφούρτης: αποτελεί ένα γράμμα σε μπουκάλι (Flaschenpost όπως εκείνοι έλεγαν). Γράφονται (ηχογραφείται) προκειμένου να μη βουλιάξει κι αυτό μαζί μας και να βρεθεί εκείνος ο ανθρωπολογικός τύπος που θα μπορέσει να το αξιοποιήσει. Γι’ αυτό πολλά κομμάτια αναφέρονται σε κάποια επόμενη γενιά. Ας μείνει λοιπόν αυτό στην επιφάνεια για να το σηκώσει κάποιος με μία απόχη από κάποιο άλλο πλοίο, που δεν θα βουλιάζει. Αυτός ο κόσμος θα αλλάξει αν τον αλλάξουμε εμείς, ακούμε. Ίσως όχι εμείς, που μαζί με τα πτώματα της Μεσογείου βουλιάζουμε επίσης, αλλά σε εκείνα τα νερά που άλλοτε επέπλεε μονάχα το μπουκάλι που άφησαν οι Γερμανοί στοχαστές, τώρα επιπλέουν δύο. Ένα θεωρητικό και ένα μουσικό. Μακάρι το παρόν κείμενο να αποτελέσει κάτι σαν ραντάρ που θα δείξει, σε όσους πλέουν όσο πιο κοντά στην επιφάνεια, σε όσους δεν έχουν βουλιάξει αρκετά, τα μπουκάλια αυτά που μας περιμένουν.

Σχόλια